Η βιώσιµη διαχείριση των αποβλήτων µέσα από πρακτικές και φορείς της κοινωνικής οικονοµίας παραδοσιακά συµβάλλει στην προώθηση της απασχόλησης και τη δηµιουργία οικονοµικών και επιχειρηµατικών ευκαιριών για µειονεκτικές οµάδες του πληθυσµού.
Όταν αναφερόµαστε στον άτυπο τοµέα, αναγνωρίζονται ιδιαίτερα τα οικολογικά και κοινωνικά οφέλη της δράσης των ρακοσυλλεκτών στον αναπτυσσόµενο κόσµο, στη Λατινική Αµερική, την Ασία ή την Αφρική. Αναγνωρίζεται επίσης η ανάγκη συλλογικής οργάνωσής τους, ώστε να διεκδικήσουν χώρο στα επίσηµα συστήµατα ανακύκλωσης. Παρόµοια κινήµατα έχουν καταφέρει σε πολλές περιπτώσεις να εξασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας για τα µέλη τους και µεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές συλλογής και ανακύκλωσης απορριµµάτων
.
Στην Ευρώπη επίσης, υπάρχει µια παραδοσιακή σύνδεση µεταξύ φορέων κοινωνικής οικονοµίας που εστιάζουν στις µειονεκτικές οµάδες και της βιώσιµης διαχείρισης απορριµµάτων. Οι φορείς αυτοί διαφοροποιούνται ανάλογα µε το χωρικό πλαίσιο δηµιουργίας τους και τους σκοπούς κάθε οργάνωσης και περιλαµβάνουν κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισµούς, εταιρείες εισόδου στην απασχόληση, εργαστήρια για εργαζόµενους µε αναπηρίες, µη κερδοσκοπικές ΜΚΟ, ιδρύµατα κ.λπ.
Αν και µπορεί να διαφέρουν στην οργανωτική δοµή τους, υιοθετούν παρόµοιες διαδικασίες λειτουργίας (πχ. η αρχή ένα µέλος, µία ψήφος) και στόχους για τη µεγιστοποίηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών ωφελειών σε αντιδιαστολή µε τα οικονοµικά κέρδη, ενώ την ίδια στιγµή επιδιώκουν να εξασφαλίζουν έσοδα για τη διατήρηση και επέκταση των δραστηριοτήτων τους.
Στοιχεία από το δίκτυο Ευρωπαϊκών κοινωνικών επιχειρήσεων επαναχρησιµοποίσης και ανακύκλωσης RREUSE που έχει µέλη σε 12 χώρες της ΕΕ, δείχνουν ότι µόνο στα µέλη του δικτύου υπάρχουν 40.000 θέσεις εργασίας (ισοδύναµης) πλήρους απασχόλησης και 200.000 θέσεις σε προγράµµατα ένταξης / απασχόλησης. Πέτυχαν να αποτρέψουν την ταφή περισσότερων από 1.000.000 τόνων προϊόντων και υλικών Ηλεκτρικού και Ηλεκτρονικού Εξοπλισµού, υφασµάτων, επίπλων και άλλων αγαθών και είχαν συνδυασµένο κύκλο εργασιών περ. 1,4 δισ. ευρώ.
Αν και τα παραδείγµατα και οι µορφές διαφέρουν, οι κοινωνικές επιχειρήσεις κατάφεραν να γίνουν σηµαντικοί δρώντες στα πεδία της επαναχρησιµοποίησης, ανακύκλωσης και κοµποστοποίησης στις περισσότερες χώρες µέλη της ΕΕ.
Παρέχουν επαγγελµατικές υπηρεσίες και υψηλής ποιότητας, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ωφέλιµα αγαθά, ενώ διατηρούνται οικονοµικά βιώσιµες και επεκτείνουν τις υπηρεσίες τους και σε άλλα πεδία της βιώσιµης διαχείρισης αποβλήτων, πέρα από τις αρχικές της συλλογής και επαναπώλησης αγαθών και υλικών.
Το κατάφεραν αυτό, µέσα από µακροχρόνια συνεργασία και συνέργειες µε τοπικές και περιφερειακές αρχές, µε επιχειρήσεις και µε τους πολίτες, σε δραστηριότητες που σέβονται την αρχή της εγγύτητας και επικεντρώνουν στην ανάπτυξη της κοινότητας και των τοπικών κοινωνιών.
Ενδεικτικά παραδείγµατα
Emmaus, Γαλλία: Το γαλλικό τµήµα του διεθνές φιλανθρωπικού κινήµατος που ίδρυσε το 1949 ο αββάς Πιέρ για να καταπολεµήσει τη φτώχεια, σήµερα παρέχει κατάλυµα, και φαγητό και απασχόληση σε αστέγους και άλλες µειονεκτικές οµάδες. Το 2009 είχε 1677 διαθέσιµα δωµάτια για 3750 άστεγους ανθρώπους που τους παρείχε και εργασία, Απασχολούσε χιλιάδες εργαζόµενους (ισοδύναµα µε 4365 θέσεις πλήρους απασχόλησης)
. Οι πόροι της οργάνωσης για το έτος 2009 ανέρχονταν σε 380 εκατ. Ευρώ και χρησιµοποιήθηκαν για την κατασκευή 900 νέων δωµατίων κ.α. υποδοµών και παροχών. Οι κύριες πηγές πόρων προέρχονται από τη συλλογή 224.000 τόνων αγαθών, την µεταπώληση χρησιµοποιηµένων ειδών, τη διαχείριση κέντρων ανακύκλωσης («πράσινων σηµείων») µε κάποιες τοπικές αυτοδιοικήσεις, λχ. της πόλης Angers.
Στην Ισπανία, αρκετές κοινωνικές επιχειρήσεις συνεργάζονται σε κοινές δράσεις µε τοπικές αρχές, ιδιαίτερα συλλογής ρουχισµού και επίπλων από νοικοκυριά για µεταπώληση στην κοινότητα. Μία από αυτές, η Engrunes δραστηριοποιείται επίσης στη χωριστή διαλογή χαρτοκιβωτίων και υλικών συσκευασίας από νοικοκυριά και επιχειρήσεις για λογαριασµό δηµοτικών αρχών και τη διαχείριση «πράσινων σηµείων» ανακύκλωσης στην ευρύτερη Βαρκελώνη.
Στη Χώρα των Βάσκων, µέλη του δικτύου κοινωνικών συνεταιρισµών Koopera παρέχουν σε τοπικές αρχές υπηρεσίες συλλογής ρουχισµού, συσκευών, βιβλίων, παιχνιδιών, χαρτιού, επίπλων και παζαριών, υλικών συσκευασίας, µπαταριών, επικίνδυνων υλικών, οργανικής ύλης και συµπράττουν µαζί τους για τη διαχείριση µιας εγκατάστασης διαλογής και ολοκληρωµένης διαχείρισης ογκωδών αποβλήτων.
Το δίκτυο κοινωνικών επιχειρήσεων για την κοµποστοποίηση Community Composting Network (CCN) που εδρεύει στο Σέφιλντ της Αγγλίας, έχει πάνω από 230 µέλη σε όλο το Ηνωµένο Βασίλειο. Κάποιες από αυτές τις κοινωνικές επιχειρήσεις έχουν σκοπό την εκπαίδευση των πολιτών στην κηπουρική και την παραγωγή τροφίµων, αλλά µε ιδιαίτερη έµφαση σε άτοµα µε κινητικά προβλήµατα. Έχουν δηµιουργήσει, για το σκοπό αυτό, ειδικούς υπερυψωµένους κήπους που διευκολύνουν την πρόσβαση στα άτοµα που κινούνται µε αµαξίδιο, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ασχοληθούν µε την κηπουρική χωρίς δυσκολία.
Τα µέλη του δικτύου CCN έχουν συνολικά έσοδα της τάξης των 1,1 εκ. λιρών και µέσο όρο εσόδων ανά φορέα τις 38.000 λίρες. Επιδοτούνται κατά 36% και κερδίζουν από τις δράσεις τους το υπόλοιπο 64% των εσόδων τους. 60 από αυτούς τους φορείς, που είναι µέλη του δικτύου, προσφέρουν 261 θέσεις πλήρους απασχόλησης και 936 θέσεις µερικής απασχόλησης. Τέλος, το 67% των µελών του δικτύου έχουν συνεργασίες µε την τοπική αυτοδιοίκηση. Σύµφωνα µε στοιχεία του 2008 τα µέλη του δικτύου CCN κοµποστοποίησαν 43.000 τόνους βιοαποβλήτων (αν επιτυγχάνονταν µια τέτοια ποσοτητα στην Αττική θα σήµαινε εξοικονόµηση από 3 έως 8,5 εκ. € για τους δήµους).
Είναι δεδοµένο ότι υπάρχουν ήδη άφθονα παραδείγµατα κοινωνικών επιχειρήσεων µε δραστηριοποίηση στο πεδίο της βιώσιµης διαχείρισης αποβλήτων, συµπληρωµατική στη δουλειά δηµόσιων και ιδιωτικών φορέων και παρέχει σηµαντικά περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη. Είναι ώρα και για την Ελλάδα να δει τα πλεονεκτήµατα που µπορούν να έχουν οι τοπικές αυτοδιοικήσεις και κοινωνίες από την ίδρυση και τη µακρόχρονη συνεργασία σε κοινωνικού χαρακτήρα οικονοµικά εγχειρήµατα και πρωτοβουλίες.
.
Στην Ευρώπη επίσης, υπάρχει µια παραδοσιακή σύνδεση µεταξύ φορέων κοινωνικής οικονοµίας που εστιάζουν στις µειονεκτικές οµάδες και της βιώσιµης διαχείρισης απορριµµάτων. Οι φορείς αυτοί διαφοροποιούνται ανάλογα µε το χωρικό πλαίσιο δηµιουργίας τους και τους σκοπούς κάθε οργάνωσης και περιλαµβάνουν κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισµούς, εταιρείες εισόδου στην απασχόληση, εργαστήρια για εργαζόµενους µε αναπηρίες, µη κερδοσκοπικές ΜΚΟ, ιδρύµατα κ.λπ.
Αν και µπορεί να διαφέρουν στην οργανωτική δοµή τους, υιοθετούν παρόµοιες διαδικασίες λειτουργίας (πχ. η αρχή ένα µέλος, µία ψήφος) και στόχους για τη µεγιστοποίηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών ωφελειών σε αντιδιαστολή µε τα οικονοµικά κέρδη, ενώ την ίδια στιγµή επιδιώκουν να εξασφαλίζουν έσοδα για τη διατήρηση και επέκταση των δραστηριοτήτων τους.
Στοιχεία από το δίκτυο Ευρωπαϊκών κοινωνικών επιχειρήσεων επαναχρησιµοποίσης και ανακύκλωσης RREUSE που έχει µέλη σε 12 χώρες της ΕΕ, δείχνουν ότι µόνο στα µέλη του δικτύου υπάρχουν 40.000 θέσεις εργασίας (ισοδύναµης) πλήρους απασχόλησης και 200.000 θέσεις σε προγράµµατα ένταξης / απασχόλησης. Πέτυχαν να αποτρέψουν την ταφή περισσότερων από 1.000.000 τόνων προϊόντων και υλικών Ηλεκτρικού και Ηλεκτρονικού Εξοπλισµού, υφασµάτων, επίπλων και άλλων αγαθών και είχαν συνδυασµένο κύκλο εργασιών περ. 1,4 δισ. ευρώ.
Αν και τα παραδείγµατα και οι µορφές διαφέρουν, οι κοινωνικές επιχειρήσεις κατάφεραν να γίνουν σηµαντικοί δρώντες στα πεδία της επαναχρησιµοποίησης, ανακύκλωσης και κοµποστοποίησης στις περισσότερες χώρες µέλη της ΕΕ.
Παρέχουν επαγγελµατικές υπηρεσίες και υψηλής ποιότητας, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ωφέλιµα αγαθά, ενώ διατηρούνται οικονοµικά βιώσιµες και επεκτείνουν τις υπηρεσίες τους και σε άλλα πεδία της βιώσιµης διαχείρισης αποβλήτων, πέρα από τις αρχικές της συλλογής και επαναπώλησης αγαθών και υλικών.
Το κατάφεραν αυτό, µέσα από µακροχρόνια συνεργασία και συνέργειες µε τοπικές και περιφερειακές αρχές, µε επιχειρήσεις και µε τους πολίτες, σε δραστηριότητες που σέβονται την αρχή της εγγύτητας και επικεντρώνουν στην ανάπτυξη της κοινότητας και των τοπικών κοινωνιών.
Ενδεικτικά παραδείγµατα
Emmaus, Γαλλία: Το γαλλικό τµήµα του διεθνές φιλανθρωπικού κινήµατος που ίδρυσε το 1949 ο αββάς Πιέρ για να καταπολεµήσει τη φτώχεια, σήµερα παρέχει κατάλυµα, και φαγητό και απασχόληση σε αστέγους και άλλες µειονεκτικές οµάδες. Το 2009 είχε 1677 διαθέσιµα δωµάτια για 3750 άστεγους ανθρώπους που τους παρείχε και εργασία, Απασχολούσε χιλιάδες εργαζόµενους (ισοδύναµα µε 4365 θέσεις πλήρους απασχόλησης)
. Οι πόροι της οργάνωσης για το έτος 2009 ανέρχονταν σε 380 εκατ. Ευρώ και χρησιµοποιήθηκαν για την κατασκευή 900 νέων δωµατίων κ.α. υποδοµών και παροχών. Οι κύριες πηγές πόρων προέρχονται από τη συλλογή 224.000 τόνων αγαθών, την µεταπώληση χρησιµοποιηµένων ειδών, τη διαχείριση κέντρων ανακύκλωσης («πράσινων σηµείων») µε κάποιες τοπικές αυτοδιοικήσεις, λχ. της πόλης Angers.
Στην Ισπανία, αρκετές κοινωνικές επιχειρήσεις συνεργάζονται σε κοινές δράσεις µε τοπικές αρχές, ιδιαίτερα συλλογής ρουχισµού και επίπλων από νοικοκυριά για µεταπώληση στην κοινότητα. Μία από αυτές, η Engrunes δραστηριοποιείται επίσης στη χωριστή διαλογή χαρτοκιβωτίων και υλικών συσκευασίας από νοικοκυριά και επιχειρήσεις για λογαριασµό δηµοτικών αρχών και τη διαχείριση «πράσινων σηµείων» ανακύκλωσης στην ευρύτερη Βαρκελώνη.
Στη Χώρα των Βάσκων, µέλη του δικτύου κοινωνικών συνεταιρισµών Koopera παρέχουν σε τοπικές αρχές υπηρεσίες συλλογής ρουχισµού, συσκευών, βιβλίων, παιχνιδιών, χαρτιού, επίπλων και παζαριών, υλικών συσκευασίας, µπαταριών, επικίνδυνων υλικών, οργανικής ύλης και συµπράττουν µαζί τους για τη διαχείριση µιας εγκατάστασης διαλογής και ολοκληρωµένης διαχείρισης ογκωδών αποβλήτων.
Το δίκτυο κοινωνικών επιχειρήσεων για την κοµποστοποίηση Community Composting Network (CCN) που εδρεύει στο Σέφιλντ της Αγγλίας, έχει πάνω από 230 µέλη σε όλο το Ηνωµένο Βασίλειο. Κάποιες από αυτές τις κοινωνικές επιχειρήσεις έχουν σκοπό την εκπαίδευση των πολιτών στην κηπουρική και την παραγωγή τροφίµων, αλλά µε ιδιαίτερη έµφαση σε άτοµα µε κινητικά προβλήµατα. Έχουν δηµιουργήσει, για το σκοπό αυτό, ειδικούς υπερυψωµένους κήπους που διευκολύνουν την πρόσβαση στα άτοµα που κινούνται µε αµαξίδιο, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ασχοληθούν µε την κηπουρική χωρίς δυσκολία.
Τα µέλη του δικτύου CCN έχουν συνολικά έσοδα της τάξης των 1,1 εκ. λιρών και µέσο όρο εσόδων ανά φορέα τις 38.000 λίρες. Επιδοτούνται κατά 36% και κερδίζουν από τις δράσεις τους το υπόλοιπο 64% των εσόδων τους. 60 από αυτούς τους φορείς, που είναι µέλη του δικτύου, προσφέρουν 261 θέσεις πλήρους απασχόλησης και 936 θέσεις µερικής απασχόλησης. Τέλος, το 67% των µελών του δικτύου έχουν συνεργασίες µε την τοπική αυτοδιοίκηση. Σύµφωνα µε στοιχεία του 2008 τα µέλη του δικτύου CCN κοµποστοποίησαν 43.000 τόνους βιοαποβλήτων (αν επιτυγχάνονταν µια τέτοια ποσοτητα στην Αττική θα σήµαινε εξοικονόµηση από 3 έως 8,5 εκ. € για τους δήµους).
Είναι δεδοµένο ότι υπάρχουν ήδη άφθονα παραδείγµατα κοινωνικών επιχειρήσεων µε δραστηριοποίηση στο πεδίο της βιώσιµης διαχείρισης αποβλήτων, συµπληρωµατική στη δουλειά δηµόσιων και ιδιωτικών φορέων και παρέχει σηµαντικά περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη. Είναι ώρα και για την Ελλάδα να δει τα πλεονεκτήµατα που µπορούν να έχουν οι τοπικές αυτοδιοικήσεις και κοινωνίες από την ίδρυση και τη µακρόχρονη συνεργασία σε κοινωνικού χαρακτήρα οικονοµικά εγχειρήµατα και πρωτοβουλίες.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΔΑΛΑΜΑΓΚΑ
διευθύντρια της ΜΚΟ «Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης»